Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2019

Να τί κάνει η παρακοή!




Άγιος Εφραίμ Κατουνακιώτης

Στην Αγία Άννα, ζούσε ένας Γέροντας με τον υποτακτικό του, ο οποίος έκανε συχνά παρακοές. Ήτανε παραμονή μιας εορτής της Παναγίας. «Γέροντα», λέει ο υποτακτικός, «θα πάω να ψαρέψω κανένα ψάρι, διότι της Παναγίας, εορτή είναι αύριο. Τί θα φάμε ;»
Μερική άποψη Σκήτης Αγ. Άννας (φωτό ΓτΧτΠτΑ)

«Παιδί μου», του λέει ο Γέροντας, «εδώ οι γείτονές μας ψαράδες είναι. Ώρες ψάρευαν και δεν πιάσανε ψάρια. Αν ήθελε η Παναγία να τρώγαμε ψάρια, θα έπιαναν, θα έφερναν και σε μας. Να μην πας για ψάρεμα».

«Όχι, Γέροντα», ξαναλέει ο υποτακτικός, «εγώ θα πάω να ψαρέψω».

«Μην πηγαίνεις», επαναλαμβάνει ο Γέροντας.

«Όχι, θα πάω», λέει ο υποτακτικός και φεύγει. Ο Γέροντας τότε σκέπτεται ότι ο υποτακτικός του ευρίσκεται σε παρακοή. αν του τύχει κανένας μεγάλος πειρασμός του υποτακτικού του;

Μήπως γλιστρήσει εις την θάλασσα ; Δια τούτο μπαίνει στο κελλί του και κάνει προσευχή, κάνει κομποσχοίνι για τον υποτακτικό του.

Ο υποτακτικός πηγαίνει στην θάλασσα, πετάει την πετονιά. κάτι έπιασε το αγκίστρι. Τραβάει δυνατά. Βγαίνει τότε
Ο αρσανάς της Σκήτης της Αγ. Άννης όπου ψάρευε ο υποτακτικός (φωτό ΓτΧτΠτΑ)
ξαφνικά ένας αράπης μαύρος – κατάμαυρος, με αγριωπά μάτια, έτοιμος να ορμήσει επάνω στον μοναχό !


Αλλά μια αόρατος δύναμις τον κρατούσε. Αυτός τρομοκρατημένος φεύγει. ο διάβολος ακολουθεί από πίσω, μέχρι την Αγία Άννα, μέχρι το κελλί του……….

Του λέει τότε ο διάβολος : «ρε, καλόγερε, τί να σου κάνω, που από την ώρα που έφυγες, ο Γέροντας κάνει κομποσχοίνι για σένα; Ειδάλλως, θα σε έπνιγα μέσα στη θάλασσα. στη θάλασσα θα σ΄ έπνιγα !»

Να τι κάνει η παρακοή.

Ενθυμούμαι, όταν ζούσε ο Γέροντας Νικηφόρος, τον κατέκρινα σε κάτι. Πήγα το βράδυ να κάνω προσευχή· βλέπω "ντουβάρι", δεν μπορώ να προχωρήσω στην ευχή... Κύριε
O Γέροντας Νικηφόρος καθιστός
Ιησού... Κύριε Ιησού... δεν προχωράει! Κάπου έχω σφάλει, σκέπτομαι· κάπου έχω αμαρτήσει. Λοιπόν, την προηγουμένη ημέρα: πού πήγα, τι μίλησα, τι έπραξα; Το βρήκα είχα κατακρίνει τον Γέροντά μου!
Την άλλη ημέρα ήτανε Κυριακή και έπρεπε να λειτουργήσω. Τώρα τι να κάνω; Προσευχή: «Θεέ μου, συγχώρεσέ με, που κατέκρινα τον Γέροντά μου· έσφαλα· ζητώ συγγνώμη». Τίποτε! «Καλά, για μένα δεν υπάρχει συγχώρησις; Δεν υπάρχει "ευλόγησον"; » Τίποτε! «Μα ο Πέτρος, Κύριε, σ' αρνήθηκε τρεις φορές, και τον συγχώρεσες· εγώ δεν σ' αρνήθηκα· κατέκρινα τον Γέροντά μου. Ε, τώρα βάζω κι εγώ μετάνοια· μετανόησα που κατέκρινα και ζητώ συγχώρεση». Τίποτε!...
Ξαναπιάνω το κομποσχοίνι· δεν προχωρεί η προσευχή! Άρχισα τα κλάματα· έβγαιναν τα δάκρυα ποτάμι. «Θεέ μου, Θεέ μου! δεν υπάρχει για μένα "ευλόγησον"; Ο Θεός του ελέους και της ευσπλαγχνίας είσαι· κι εμένα γιατί δεν με συγχωράς; Και η Οσία Μαρία η Αιγυπτία, όταν μετανόησε. τη συγχώρησες· και πολλούς αμαρτωλούς, τους συγχώρησες· και νεομάρτυρες που είχαν γίνει Τούρκοι, τους συγχώρησες και τους ελέησες. Για μένα δεν υπάρχει έλεος, δεν υπάρχει συγχώρησις;»
Τρεις ώρες πέρασαν έτσι· έκανα όλη την ακολουθία της Κυριακής με δάκρυα. Εις το τέλος βλέπω μία ειρήνη, μία γλυκύτητα, μία χαρά μέσα μου. Άρχισε να λέγεται η ευχή τότε. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με... Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με...» Α... εντάξει· και έτσι προχώρησα στη Λειτουργία.
Δεν είναι λοιπόν τόσον να κατακρίνεις έναν ξένο, όσον να κατακρίνεις τον Γέροντά σου! Αλλοίμονό σου! Κατακρίνεις τον ίδιο τον Θεό, να πούμε! 
Μία φορά έφεραν ένα τσουβάλι με πατάτες, κάτω εις τον αρσανά μας. Έναν αρχάριο υποτακτικό που είχα (τώρα δεν είναι στη συνοδία μου) είπε ότι είναι κουρασμένος, και δεν θέλησε να πάει να το φέρει. Πήγα εγώ τότε κάτω, για να το φέρω. Όταν έφθασα κάτω, ήτο σταματημένο εκεί ένα κρις-κραφτ. Τους έκανα νόημα, και ήρθαν πιο κοντά μου οι δύο κύριοι που ήσαν μέσα. Ήσαν καθηγηταί Πανεπιστημίου. «Γέροντα», λέει ο ένας, «μήπως γνωρίζετε τον παπα-Εφραίμ,που μένει εκεί επάνω;» «Εγώ είμαι», απήντησα. Τότε εκείνος είπε: «Γέροντα, εσείς οι μοναχοί είσθε όντως μακάριοι, διότι εσείς ζείτε ακριβώς με συνέπεια τη χριστιανική ζωή».
Όταν επέστρεψα στο κελλί, λέω εις τον υποτακτικό το περιστατικό με τους καθηγητάς. Τότε λέει με πολλή αναίδεια: «Ναι, εδώ τους διώχνεις, όταν έρχονται· κάτω όμως, μόλις κατεβαίνεις μόνος σου, τους προσκαλείς». «Τι να κάνω, παιδί μου, έτσι ήλθε και ενήργησα την ώρα εκείνη. Τώρα ας πάμε, να κάνουμε κανένα κομποσχοίνι εις τα κελλιά μας. Ας κάνουμε μία ώρα κομποσχοίνι».
Όταν τελειώσαμε, έρχεται και με ερωτά: Πόσα κομποσχοίνια έκανες;» «Τόσα», απήντησα. «Σε μια ώρα μόνον τόσα έκανες; Εγώ έκανα περισσότερα, και μπορούσα να κάνω κι ακόμη περισσότερα». Τα έλεγε δε αυτά με αναίδεια και
Ο αρσανάς των Καρουλίων-Κατουνακίων (Φωτό ΓτΧτΠτΑ)
θράσος. Δεν μίλησα καθόλου· πήγα στενοχωρημένος εις το κελλί μου· και μόνο που δεν έκλαιγα για τη συμπεριφορά αυτού του παιδιού.
Πήγε ο υποτακτικός μου να κοιμηθεί· πού όμως να κοιμηθεί· έντονη δαιμονική ενέργεια. Έρχεται καταφοβισμένος εις το κελλί μου και μου λέει: «Γέροντα, αυτό και αυτό μου συμβαίνει· σώσε με». Τότε του είπα: «Αυτό συμβαίνει όταν κανείς συμπεριφέρεται άσχημα εις τον Γέροντα και τον λυπεί». Του διάβασα τότε μια ευχή και του έφυγαν όλα, όλη η δαιμονική ενέργεια. Κατόπιν πήγε και κοιμήθηκε ήσυχος.


Πηγή: 
Με παρρησία…

Φωτογραφία του Андрей Хитайленко από: pravoslavie.ru

το «σπιτάκι της Μέλιας»
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου