Άγιοι Αλέξανδρος, Ιωάννης και Παύλος ο νέος, Πατριάρχες Κωνσταντινούπολης
Άγιος Αλέξανδρος του Σβιρ με τη θαυμαστή αφθαρσία! EΔΩ
Ακολουθία Όρθρου ΕΔΩ
* * *
Αποστολικό ανάγνωσμα Κυριακής ΙΒ΄ Ματθαίου (Α΄ Κορ. ιε΄ 1-11)
Ἀδελφοί, 1. γνωρίζω ὑμῖν τὸ εὐαγγέλιον ὃ εὐηγγελισάμην ὑμῖν, ὃ καὶ παρελάβετε, ἐν ᾧ καὶ ἑστήκατε, 2. δι᾿ οὗ καὶ σῴζεσθε, τίνι λόγῳ εὐηγγελισάμην ὑμῖν εἰκατέχετε, ἐκτὸς εἰ μὴ εἰκῇ ἐπιστεύσατε. 3. Παρέδωκα γὰρ ὑμῖν ἐν πρώτοις ὃ καὶπαρέλαβον, ὅτι Χριστὸς ἀπέθανεν ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν κατὰ τὰς γραφάς, 4. καὶ ὅτι ἐτάφη, καὶ ὅτι ἐγήγερται τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ κατὰ τὰς γραφάς, 5. καὶ ὅτιὤφθη Κηφᾷ, εἶτα τοῖς δώδεκα· 6. ἔπειτα ὤφθη ἐπάνω πεντακοσίοις ἀδελφοῖς ἐφάπαξ, ἐξ ὧν οἱ πλείους μένουσιν ἕως ἄρτι, τινὲς δὲ καὶ ἐκοιμήθησαν· 7. ἔπειτα ὤφθη Ἰακώβῳ, εἶτα τοῖς ἀποστόλοις πᾶσιν· 8. ἔσχατον δὲ πάντων ὡσπερεὶ τῷἐκτρώματι ὤφθη κἀμοί. 9. Ἐγὼ γάρ εἰμι ὁ ἐλάχιστος τῶν ἀποστόλων, ὃς οὐκ εἰμὶἱκανὸς καλεῖσθαι ἀπόστολος, διότι ἐδίωξα τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ· 10. χάριτι δὲ Θεοῦ εἰμι ὅ εἰμι· καὶ ἡ χάρις αὐτοῦ ἡ εἰς ἐμὲ οὐ κενὴ ἐγενήθη, ἀλλὰ περισσότερον αὐτῶν πάντων ἐκοπίασα, οὐκ ἐγὼ δέ, ἀλλ᾿ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σὺν ἐμοί. 11. Εἴτε οὖν ἐγὼ εἴτε ἐκεῖνοι, οὕτω κηρύσσομεν καὶ οὕτως
ἐπιστεύσατε.
Μετάφραση
Αδελφοί,
1. σας υπενθυμίζω το Ευαγγέλιον, το οποίον εκήρυξα εις σας και το
οποίον σεις παρελάβατε με πίστιν, στο οποίον και στέκεσθε σταθεροί και
ακλόνητοι, 2. δια του οποίου και βαδίζετε ασφαλώς τον δρόμον της
σωτηρίας εάν βέβαια το κρατήτε καλά, όπως σας το έχω διδάξει, εκτός εάν
ματαίως και ανωφελώς επιστεύσατε. 3. Διότι εν πρώτοις παρέδωσα εις σας
με την διδασκαλίαν μου, αυτό που και εγώ παρέλαβα, ότι δηλαδή ο Χριστός
απέθανεν επί του σταυρού δια τας αμαρτίας μας, όπως είχαν προφητεύσει
και αι Γραφαί. 4. Και ότι ετάφη και ότι αναστήθηκε κατά την τρίτην
ημέραν σύμφωνα με τας Γραφάς, 5. και ότι παρουσιάσθηκε στον Πετρον,
έπειτα στους δώδεκα αποστόλους. 6. Ύστερα δε παρουσιάσθηκε μια φορά εις
πεντακοσίους και πλέον αδελφούς, από τους οποίους οι πλείστοι ζουν και
μένουν μέχρι της ημέρας αυτής, μερικοί δε και έχουν αποθάνει. 7. Έπειτα
εφανερώθηκε στον Ιάκωβον, ύστερον εις όλους τους Αποστόλους. 8.
Τελευταίον δε από όλους σαν σε εξάμβλωμα, σαν σε έμβρυον που γεννήθηκε
παράκαιρα, παρουσιασθηκε και εις εμέ. 9. Διότι εγώ είμαι ο ελάχιστος από
όλους τους Αποστόλους, ο οποίος και δεν είμαι άξιος να λέγωμαι
Απόστολος, διότι κατεδίωξα την Εκκλησίαν του Θεού. 10. Σημερον δε, είμαι
αυτό που είμαι, δηλαδή Απόστολος, με την χάριν του Θεού. Και η χάρις
του Θεού, που μου εδόθηκε, δεν έγινε και δεν έμεινε άκαρπος. Αλλά
περισσότερον από όλους τους άλλους Αποστόλους εκοπίασα στο έργον του
Ευαγγελίου, όχι δε εγώ, αλλά η χάρις του Θεού, που είναι μαζή μου. 11.
Επομένως είτε εγώ είτε εκείνοι κατά τον ίδιον τρόπον προσφέρομεν στους
ανθρώπους το Ευαγγέλιον και το ίδιον Ευαγγέλιον κηρύσσομεν. Ετσι δε και
σεις εδεχθήκατε το Ευαγγέλιον και επιστεύσατε.
* * *
Ευαγγελική περικοπή Κυριακής ΙΒ΄ Ματθαίου (αρχαίο - μετάφραση και σχολιασμός - ερμηνεία)
Ο πλούσιος νέος
16
Καὶ ἰδοὺ εἷς προσελθὼν εἶπεν αὐτῷ· διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθὸν ποιήσω
ἵνα ἔχω ζωὴν αἰώνιον; 17 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς
ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός. εἰ δὲ θέλεις εἰσελθεῖν εἰς τὴν ζωήν, τήρησον
τὰς ἐντολάς. 18 λέγει αὐτῷ· ποίας; ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπε· τὸ οὐ φονεύσεις,
οὐ μοιχεύσεις, οὐ κλέψεις, οὐ ψευδομαρτυρήσεις, 19 τίμα τὸν πατέρα καὶ
τὴν μητέρα, καὶ ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν. 20 λέγει αὐτῷ ὁ
νεανίσκος· πάντα ταῦτα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου· τί ἔτι ὑστερῶ; 21 ἔφη
αὐτῷ ὁ Ἱησοῦς· εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα
καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι.
22 ἀκούσας δὲ ὁ νεανίσκος τὸν λόγον ἀπῆλθε λυπούμενος· ἦν γὰρ ἔχων
κτήματα πολλά. 23 Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· ἀμὴν λέγω ὑμῖν
ὅτι δυσκόλως πλούσιος εἰσελεύσεται εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. 24
πάλιν δὲ λέγω ὑμῖν, εὐκοπώτερόν ἐστι κάμηλον διὰ τρυπήματος ραφίδος διελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν.
25 ἀκούσαντες δὲ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἐξεπλήσσοντο σφόδρα λέγοντες· τίς ἄρα
δύναται σωθῆναι; 26 ἐμβλέψας δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· παρὰ ἀνθρώποις τοῦτο ἀδύνατόν ἐστι, παρὰ δὲ Θεῷ πάντα δυνατά ἐστι.
Μετάφραση
Και
ιδού ένας προσήλθε εις αυτόν και τού είπε· “διδάσκαλε αγαθέ, τί αγαθόν
πρέπει να κάμω, δια να έχω ζωήν αιώνιον;” Ο δε Ιησούς τού είπε· “τι με
λέγεις αγαθόν (, αφού με νομίζεις απλούν άνθρωπον) ; Κανείς δεν είναι
(απόλυτα) αγαθός, ει μη μόνον ένας, ο Θεός. Εάν δε, θέλης να εισέλθης
εις την αιώνιον ζωήν, τήρησε τας εντολάς”. Λέγει εις αυτόν· “ποίας;” Ο
δε Ιησούς τού είπε·“τας γνωστάς, δηλαδή το να μη φονεύσης, να μη
μοιχεύσης, να μη κλέψης, να μη ψευδομαρτυρήσης, τίμα τον πατέρα σου και
την μητέρα σου. Και να αγαπήσης τον πλησίον σου, όπως τον εαυτόν σου”.
Λέγει εις αυτόν ο νέος (με κάποιαν προχειρότητα) · “όλα αυτά τα έχω
τηρήσει από την νεανική μου ηλικίαν· τι μου λείπει ακόμη (δια να γίνω
άξιος της βασιλείας των ουρανών) ; ” Είπε εις αυτόν ο Ιησούς· “Εάν θέλης
να είσαι τέλειος, πήγαινε, πώλησε τα υπάρχοντά σου, μοίρασέ τα στους
πτωχούς και θα αποκτήσης θησαυρόν στον ουρανόν, και έλα ακολούθησέ με”.
Αλλ’ όταν ο νέος ήκουσε αυτόν τον λόγον, έφυγε λυπημένος, διότι είχε
πολλά κτήματα (και η καρδιά του ήταν κολλημένη εις αυτά) . Ο δε Ιησούς
είπε στους μαθητάς του· “αληθινά σας λέγω ότι πολύ δύσκολα θα εισέλθη
πλούσιος εις την βασιλείαν των ουρανών. Και πάλιν σας λέγω, είναι ευκολώτερον να περάση γκαμήλα από την τρύπα που ανοίγει η βελόνι, παρά πλούσιος να εισέλθη εις την βασιλείαν του Θεού”.
Όταν άκουσαν οι μαθηταί τα λόγια αυτά, έπεσαν εις μεγάλην έκπληξιν και
(με κάποια αποκαρδίωσιν) είπαν· “ποιός τάχα ημπορεί να σωθή;” Ο δε
Ιησούς τούς εκύτταξε κατάματα και είπεν· “η σωτηρία είναι δια τους ανθρώπους έργον αδύνατον, αλλά στον Θεόν όλα είναι δυνατά (,
άρα και η σωτηρία των πλουσίων, όπως και όλων εκείνων οι οποίοι κατά
κάποιον τρόπον ανακατεύονται με χρήματα και κτήματα. Αρκεί να έχουν την
διάθεσιν της αυταπαρνήσεως και θυσίας.)”
Μετάφραση και σχολιασμός-ερμηνεία
Ο πλούσιος νέος Αγαπούσε τον πλησίον του;
Κάποια
μέρα πλησίασε τον Κύριο ένας πλούσιος νέος και τον ρώτησε με ενδιαφέρον
πολύ: Διδάσκαλε αγαθέ, τί να κάνω για να αποκτήσω την αιώνια ζωή;
Και
ο Κύριος του απάντησε: Γιατί με ονομάζεις αγαθό, αφού με θεωρείς έναν
απλό άνθρωπο; Κανείς δεν είναι από τον εαυτό του πραγματικά αγαθός παρά
μόνον ένας, ο Θεός. Εάν όμως θέλεις να εισέλθεις στην αιώνια ζωή, φύλαξε
σ’ όλη τη ζωή σου τις εντολές.
Κι
ο νέος ξαναρωτά: Ποιές εντολές; Ο Κύριος του απαριθμεί κάποιες από τις
δέκα εντολές της Παλαιάς Διαθήκης: Να μη σκοτώσεις, να μη μοιχεύσεις,
να μην κλέψεις, να μην ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τον πατέρα σου και τη
μητέρα σου. Και του προσθέτει και μία ακόμη εντολή που προερχόταν από το
«Λευιτικό»: Να αγαπήσεις τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου.
Ο νέος τότε με απορία λέει: Όλα αυτά τα φύλαξα από τότε που ήμουν νέος. Τι μου λείπει ακόμη;
Ήταν όμως αληθινά τα λόγια του νέου; Έλεγε πράγματι την αλήθεια;
Βέβαια
ο νέος αυτός προσπαθούσε από τα παιδικά του χρόνια να τηρεί τις εντολές
του Θεού. Ήθελε με ειλικρίνεια να κερδίσει τη βασιλεία του Θεού.
Αναζητούσε με πόθο να μάθει περισσότερα, να γνωρίσει καλύτερα το θέλημα
του Θεού. Γι’ αυτό και ο ευαγγελιστής Μάρκος λέει ότι ο Κύριος συμπάθησε
τον νέο αυτό και τον αγάπησε. Κι επειδή γνώριζε ότι ήταν προσεκτικός
στη ζωή του και αγωνιζόταν να τηρεί τις εντολές του Θεού, του πρόσθεσε
την τελευταία αυτή εντολή. Διότι ήθελε να τον οδηγήσει στο δρόμο της
τέλειας αγάπης και να τον ελευθερώσει από την προσκόλληση που είχε στον
πλούτο.
Σ’
αυτό όμως το θέμα της αγάπης ο νέος δεν έλεγε την αλήθεια, χωρίς βέβαια
να το καταλαβαίνει. Διότι με βάση τα όσα όριζε ο νόμος, νόμιζε ότι ήταν
εντάξει. Όμως δεν ήταν. Διότι πώς μπορούσε να αγαπάει τον διπλανό του,
τον κάθε φτωχό και άρρωστο και ενδεή, όταν κρατούσε τα πλούτη του
αποκλειστικά για τον εαυτό του; Πώς μπορούσε να ευτυχεί, ενώ έβλεπε ότι
τόσοι άλλοι γύρω του υπέφεραν μέσα στη δυστυχία; Γιατί δεν έδινε από τα
πολλά που είχε σ’ αυτούς που δεν είχαν τίποτε; Αγαπούσε βέβαια τον
διπλανό του μέχρι το σημείο εκείνο που η αγάπη του δεν του στοίχιζε
οικονομικά.
Δυστυχώς
πολλοί Χριστιανοί στις μέρες μας μοιάζουμε πολύ με τον πλούσιο αυτόν
του Ευαγγελίου. Αγαπούμε τον Χριστό και το θέλημά του, αλλά μένουμε
ταυτόχρονα προσκολλημένοι στα πολλά ή λίγα πλούτη μας. Επιτελούμε τα
θρησκευτικά μας καθήκοντα, μετέχουμε στις ιερές ακολουθίες, δεν θέλουμε
όμως να στερηθούμε μερικά από τα αγαθά που έχουμε διαθέτοντας από αυτά
σε έργα αγάπης και φιλανθρωπίας ή σε άλλα ιερά έργα της Εκκλησίας μας,
κι ενώ γύρω μας τόσοι υποφέρουν, εμείς θέλουμε να ζούμε άνετα, να έχουμε
πολλά σπίτια, πολλά αυτοκίνητα, καινούργια έπιπλα και τόσα άλλα. Και
κινδυνεύουμε να σκληρυνθούμε, να γίνουμε άσπλαχνοι, να χάσουμε το δρόμο
μας και τον προορισμό μας.
ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΕΜΠΟΔΙΟ
Ο
Κύριος στη συνέχεια είπε κατηγορηματικά και ξεκάθαρα στον πλούσιο νέο:
Εάν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε πούλησε τα υπάρχοντά σου και
μοίρασέ τα στους φτωχούς, και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς. Κι έλα να
με ακολουθήσεις.
Μόλις όμως ο νέος άκουσε τα λόγια αυτά, έφυγε λυπημένος, διότι είχε πολλά κτήματα και η καρδιά του ήταν προσκολλημένη σ’ αυτά.
Τότε ο Κύριος είπε στους μαθητές του:
Αληθινά
σας λέω ότι δύσκολα ένας πλούσιος άνθρωπος θα μπει στη Βασιλεία των
ουρανών. Είναι ε ευκολότερο να περάσει μία καμήλα από την τρύπα που
ανοίγει η βελόνα, παρά ο πλούσιος να μπει στη Βασιλεία του Θεού. Και οι
μαθητές με μεγάλη έκπληξη ρωτούν: Μα τότε ποιος τάχα μπορεί να σωθεί;
Και ο Χριστός τους απαντά: Στους ανθρώπους αυτό είναι αδύνατο, στον Θεό
όμως όλα είναι δυνατά. Μέσα από τον διάλογο όμως αυτό προκύπτει εύλογα η
απορία: Όποιος δηλαδή θέλει να ακολουθήσει τον Χριστό, πρέπει να
πουλήσει όλη του την περιουσία;
Όχι
ασφαλώς. Η παραγγελία αυτή του Κυρίου δόθηκε στον συγκεκριμένο πλούσιο
και είχε ειδικό σκοπό. Να τον απεξαρτήσει από τη φιλαργυρία. Διότι η
φιλαργυρία του αυτή δεν τον άφηνε να ακολουθήσει τον δρόμο της
τελειότητας. Ο Κύριος δηλαδή προκειμένου να οδηγήσει κάθε άνθρωπο στην
τελειότητα, του ζητά να απαρνηθεί το άλφα ή βήτα πάθος που τον δένει στη
γη και δεν τον αφήνει να αγαπήσει ελεύθερα και δυνατά τον Θεό και τη
Βασιλεία του. Κάθε άνθρωπος έχει διαφορετικό πάθος κυρίαρχο στην ψυχή
του. Άλλος είναι δέσμιος στο θυμό, άλλος στη ζήλεια, στη μέθη, στο ψέμα,
στην πονηρία. Πρέπει λοιπόν ο άνθρωπος να ελευθερωθεί από το κυρίαρχο
πάθος του, να εισέλθει στη στενή πύλη και να βαδίσει την τεθλιμμένη οδό
για να κερδίσει την αιώνια ζωή. Διαφορετικά κάποτε θα απέλθει κι αυτός
λυπούμενος σαν τον πλούσιο νέο. Γι’ αυτό όσο είναι καιρός, ας
πολεμήσουμε όλοι μας τα πάθη εκείνα που κυριαρχούν στην ψυχή μας, που
μας κρατούν σκλάβους στη γη και δεν μας αφήνουν να αγαπήσουμε τον Θεό
και τη Βασιλεία του.
Ας
αγωνισθούμε λοιπόν, και με τη Χάρη του Θεού θα δούμε την ψυχή μας να
ελευθερώνεται, να υψώνεται προς τα ανώτερα. Τότε θα αγαπούμε περισσότερο
τον Θεό και τα του Θεού, την προσευχή, τη λατρεία, την πνευματική
μελέτη. Θα ποθούμε καθημερινά την αρετή και την αγιότητα.
Ο Σωτήρ, 1983
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου