Στὴ χριστιανικὴ σκέψη καὶ πρακτικὴ
παρατηροῦνται κατὰ καιροὺς δύο ἐκ διαμέτρου ἀντίθετες τάσεις, οἱ ὁποῖες,
ὅταν μεμονωμένα ἀπολυτοποιοῦνται, δὲν ἔχουν καμιὰ σχέση μὲ τὴ
γνησιότητα τῆς χριστιανικῆς ἀποκαλύψεως.
Αὐτὲς εἶναι εἴτε ἡ λανθάνουσα
μανιχαϊστικὴ καὶ πλατωνικὴ τάση, ποὺ τονίζει ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία ἔχει μονάχα
μεταϊστορικοὺς στόχους, εἴτε ὁ κοινωνικὸς ἀκτιβισμὸς ποὺ ἀπολυτοποιεῖ
τὴν κοινωνικότητα σὲ βάρος τῆς ἐσχατολογικῆς πραγματικότητας.
Καὶ οἱ δύο αὐτὲς ἀκραῖες τάσεις ἀγνοοῦν
ὅτι στὴν Ὀρθοδοξία ἔχουμε ἕναν τέλειο συνδυασμὸ μεταφυσικοῦ καὶ
ἱστορικοῦ, αἰωνίου καὶ παροδικοῦ, ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ καὶ θεώσεως τοῦ
ἀνθρώπου.
Αὐτὸν τὸ συνδυασμὸ πέτυχε κατὰ τὸν πλέον
ἰδεώδη τρόπο ὁ Μεγάλος Διδάχος τοῦ Δούλου Γένους Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ
ὁποῖος δὲν ἦταν μονάχα ὁ ἀσκητὴς μὲ τὶς
μονοδιάστατες
μεταφυσικὲς πτήσεις, ἀλλὰ καὶ ὁ γνήσιος φορέας τοῦ ὀρθοδόξου πνεύματος
σὲ κοινωνικὸ πεδίο, κατὰ τοὺς νεωτέρους χρόνους. Τὸ παράδειγμά του μᾶς
δείχνει μὲ ποιὸ τρόπο ἡ ὀρθόδοξη μεταφυσικὴ μπορεῖ νὰ ὑλοποιηθεῖ σὲ
κοινωνικὸ δέον.
Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς σὲ μία δύσκολη περίοδο
γιὰ τὸ Γένος ἐμφανίζεται πρωτοπόρος στὸν ὁρίζοντα τῶν κοινωνικῶν
ἀναγεννητῶν τοῦ ἑλληνισμοῦ.
Οἱ διδαχὲς του ἀναφέρονται στὴν
κοινωνικὴ δικαιοσύνη, στὴν ἰσότητα τῶν δύο φύλων, στὴν κατάργηση τῆς
πολυτέλειας, στὴν ὀλιγάρκεια, στὴν ἵδρυση κοινωφελῶν ἔργων. Μὲ τὸν
ἁγιοπνευματικὸ του λόγο πολέμησε τὸ ἀπάνθρωπο φαινόμενο τῆς ληστείας,
μίλησε γιὰ τὴν ἀξία τῆς ἐργασίας, τὴν τήρηση τῆς ἀργίας τῆς Κυριακῆς,
τὴν ἱερότητα τοῦ γάμου, τὴ σπουδαιότητα τοῦ συζυγικοῦ βίου καὶ τῆς
ἐγκράτειας. Ἀγωνίστηκε μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις γιὰ τὴν ἀνακούφιση τῆς
ἀνθρώπινης δυστυχίας, τὴν περίθαλψη τῶν φτωχῶν, τὸ σεβασμὸ τοῦ
ἀνθρωπίνου προσώπου. Συνιστοῦσε τὴν ἀποφυγὴ «τῆς ἁρπαγῆς καὶ ἀδικίας»
καὶ προέτρεπε νὰ δίνεται «τὸν ἄδικον ὀπίσω», σὲ ὅποιον εἶχε γίνει ἡ
ἀδικία. Γενικὰ τὸ κήρυγμά του ἦταν ἕνα κήρυγμα ἀγάπης, ἀνθρωπιᾶς,
δικαιοσύνης καὶ ὁμόνοιας. Ἕνα κήρυγμα κοινωνικῆς ἑνότητας, ποὺ
στηριζόταν στὸν ἀλληλοσεβασμὸ «ἀρχόντων καὶ ἀρχομένων».
Βάση τῆς κοινωνικῆς διδασκαλίας τοῦ
ἁγίου Κοσμᾶ εἶναι ἡ ἀγάπη πρὸς τὸ συνάνθρωπο, ἡ ὁποία τότε εἶναι
ὁλοκληρωμένη καὶ γνήσια, ὅταν προϋποθέτει τὴν κατακόρυφη διάστασή της,
δηλ. τὴν ἀγάπη πρὸς τὸ Θεό. Ἰδιαίτερα ὁ Κοσμᾶς τονίζει τὴν ἀγάπη πρὸς
τοὺς ἐχθρούς, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ δεῖγμα πνευματικῆς ἀνωτερότητας, ψυχικοῦ
ἡρωισμοῦ καὶ ἀνοίγει τὸ δρόμο γιὰ τὴν ἁγιότητα. «Δία τοῦτο» λέγει «καὶ
ἠμεῖς οἱ εὐσεβεῖς χριστιανοὶ νὰ ἀγαπῶμεν τὸν ἐχθρόν μας, νὰ τὸν
συγχωρῶμεν, νὰ τὸν θρέφωμεν, νὰ τὸν ποτίζωμεν, νὰ λέγωμεν καλὸ διὰ λόγου
του, νὰ παρακαλῶμεν καὶ τὸν Θεὸν διὰ τὴν ψυχὴν τοῦ ἐχθροῦ μας…».
Στὸ μεγάλο θέμα τοῦ πλούτου καὶ
γενικότερα τῆς ἰδιοκτησίας ὁ πατρο-Κοσμᾶς ἐκφράζει στὶς διδαχὲς του τὸ
ἁγιοπατερικὸ πνεῦμα τῆς ὀρθοδόξου θεωρήσεως τῶν ἀγαθῶν. Τὰ ὑλικὰ ἀγαθά,
δημιουργημένα ἀπὸ τὸ Θεό, προσφέρονται στοὺς ἀνθρώπους γιὰ χρήση καὶ
εὐχαρίστηση. Ὅταν ὅμως συνδέονται μὲ τὴν ἀδικία καὶ τὴν πλεονεξία δὲν
βρίσκουν δικαίωση στὴν Ὀρθοδοξία.
Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἐπεσήμανε τὸν κίνδυνο ποὺ
περικλείει ἡ προσκόλληση στὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ γιὰ τὴν πνευματικὴ ὑπόσταση
τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ κίνδυνος εἶναι νὰ χάσει ὁ ἄνθρωπος τὸν σκοπὸ τῆς
ὑπάρξεώς του καὶ νὰ μεταβάλει συμβατὲς καὶ ὑλικὲς διεκδικήσεις σὲ
σκοποὺς ὑπάρξεως καὶ ζωῆς. Ἔλεγε χαρακτηριστικὰ ὁ ἅγιος: «Μᾶς ἐχάρισεν ὁ
Θεὸς τὸν πλοῦτον; Ἔχομεν χρέος νὰ τρώγωμεν καὶ νὰ πίνωμεν τὸ ἀρκετόν
μας, τὰ ρουχαλάκια μας τὰ ἀρκετὰ καὶ τὰ ἐπίλοιπα νὰ τὰ ξοδιάζωμεν εἰς
τοὺς πτωχοὺς διὰ τὴν ψυχήν μας. Καὶ δὲν μᾶς ἔδωκεν ὁ Θεὸς τὸν πλοῦτον
διὰ νὰ πολυτρώγωμεν καὶ νὰ κάνωμεν πολύτιμα φορέματα καὶ παλάτια ὑψηλά,
νὰ χορεύουν τὰ ποντίκια αὔριο καὶ οἱ πτωχοὶ νὰ ἀποθαίνουν ἀπὸ τὴν
πείναν. Αὐτὰ εἶναι τὸ χρέος μας ἀδελφοί μου, ἔτσι τὸ ἐξεύρετε. Ἀπὸ τὴν
σήμερον καὶ ὕστερα ἔτσι νὰ κάμνετε ἂν θέλετε νὰ σωθῆτε».
Βασικὸ κεφάλαιο τῶν διδαχῶν του εἶναι τὸ
περὶ ἐργασίας κήρυγμα. Ὁ Κοσμᾶς ἦταν ὑπὲρ τῆς προσωπικῆς καὶ ὑπευθύνου
ἐργασίας τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος δὲν ὠθεῖται σὲ ὅρια ἀντικοινωνικά.
Θεωρεῖ ὅτι εἶναι ὁ μόνος δίκαιος καὶ ἀναγνωρισμένος ἀπὸ τὸ Θεὸ τρόπος
ἀποκτήσεως τῶν ἀναγκαίων γιὰ τὴ ζωή. «Διὰ τοῦτο, ἀδελφοί μου», ἔλεγε «νὰ
χαίρεσθε καὶ νὰ εὐφραίνεσθε χιλιάδες φορὲς ὅσοι ζῆτε καὶ βγάνετε τὸ
ψωμί σας μὲ τὸν κόπον σας, μὲ τὸν ἱδρώτα σας, διατὶ ἐκεῖνο τὸ ψωμὶ εἶναι
εὐλογημένον, καί, ἂν θέλης, δῶσε κομμάτι ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ ψωμὶ τοῦ πτωχοῦ,
μὲ ἐκεῖνο ἀγοράζεις τὸν παράδεισον».
Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὑπῆρξε πρωτοπόρος καὶ στὸ
θέμα τῆς ἰσότητας τῶν δύο φύλων. Μέσα στὸ σκοτάδι τῆς Τουρκοκρατίας μὲ
ἁπλότητα καὶ ρωμαλεότητα ὕψωσε τὴ φωνή του γιὰ νὰ ὑπερασπισθεῖ τὰ
δικαιώματα τῆς γυναίκας. Καυτηρίασε ὡς ἀπαράδεκτη τὴν ἀντίληψη ὅτι ἡ
γυναίκα εἶναι ἄνθρωπος δευτέρας κατηγορίας καὶ ὅτι ἀποτελεῖ κτῆμα τοῦ
ἄνδρα, ποὺ μπορεῖ νὰ χρησιμοποιεῖται αὐθαίρετα ἀπὸ αὐτόν. Μιλώντας γιὰ
τὸ θέμα αὐτὸ ἔλεγε: «Πρέπει καὶ ἐσύ, ὢ ἄνδρα ἀδελφέ μου, νὰ μὴν
μεταχειρίζεσαι τὴν γυναίκα σου ὡσὰν σκλάβα, διατὶ πλάσμα τοῦ Θεοῦ εἶναι
καὶ ἐκείνη καθὼς εἶσαι καὶ ἐσύ… Δὲν τὴν ἔχει ὁ Θεὸς τὴν γυναίκα
κατωτέραν ἀπὸ ἐσένα, διὰ τοῦτο τὴν ἔκαμε ἀπὸ τὴν μέσην τοῦ ἀνδρός, διὰ
νὰ εἶναι ὁ ἄνδρας ὡσὰν βασιλεὺς καὶ ἡ γυναίκα ὡσὰν βεζύρης, ἤτοι ὁ
ἄνδρας ὡσὰν ἡ κεφαλὴ καὶ ἡ γυναίκα ὡσὰν τὸ σῶμα. Διὰ τοῦτο δὲν τὴν ἔκανε
τὴν γυναίκα ἀπὸ τὸ κεφάλι διὰ νὰ μὴν καταφρονὰ τὸν ἄνδρα, ὁμοίως πάλιν
δὲν τὴν ἔκαμε ἀπὸ τὰ ποδάρια διὰ νὰ μὴν καταφρονὰ ὁ ἄνδρας τὴν
γυναίκα».
Ἐνδιαφέρον παρουσιάζουν οἱ διδαχὲς τοῦ
ἁγίου Κοσμᾶ σὲ θέματα γάμου, διαζυγίου καὶ ἀνατροφῆς τῶν παιδιῶν, γιὰ τὰ
ὁποία ἀφιερώνει ἕνα πολὺ μεγάλο μέρος τῆς διδασκαλίας του. Ὁ
πατρο-Κοσμᾶς ἐντάσσει τὸ γάμο στὸ δημιουργικὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν
ἀναγνωρίζει ὡς «μυστήριον μέγα». Πολὺ συχνὰ ἐπαναλαμβάνει ἐκλαϊκευμένα
τὴν παύλεια διδασκαλία τῆς ἑνώσεως τοῦ ἄνδρα μὲ τὴ γυναίκα στὸ μυστήριο
τῆς ἑνώσεως τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν Ἐκκλησία. Στοὺς σκοποὺς τοῦ γάμου ὁ ἅγιος
βάζει τὴν τεκνογονία, ποὺ εἶναι φυσικὴ συνέπεια τῆς κοινωνίας ἀγάπης
τῶν προσώπων ποὺ συνάπτουν τὸν γάμο.
Γιὰ τὸν ἅγιο Κοσμᾶ ἡ περίπτωση τῆς
μοιχείας δὲν πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ ἀποτελέσει λόγο διαζυγίου. Τὸ καλύτερο
εἶναι νὰ ὁμολογήσει ἡ γυναίκα τὴν ἐνοχή της καὶ ὁ ἄνδρας νὰ τὴ
συγχωρήσει. Ἄλλωστε σκοπὸς δὲν εἶναι ἡ ἀπώλεια τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ ἡ
ἐπιστροφή του στὸ δρόμο τῆς χριστιανικῆς ἠθικῆς. «Καὶ ἂν τύχη καὶ ξεπέση
ἡ γυναίκα μὲ ἄλλον ἄνδρα ἢ ὁ ἄντρας μὲ ἄλλην γυναίκα, ἔχουν χρέος νὰ
πηγαίνουν εἰς τὸν ἀρχιερέα νὰ τοὺς χωρίζη. Μὰ πάλιν ἐκεῖνος ὁπού ἀδικηθῆ
ἀπὸ τὴν γυναίκα του, ἂν δὲν τὴν χωρίση, ἔχει μισθὸν εἰς τὴν ψυχήν
του…».
Στὸ θέμα τῆς ἀνατροφῆς τῶν παιδιῶν ὁ
ἅγιος Κοσμᾶς τονίζει τὴν βασικὴ εὐθύνη τῶν γονέων. Αὐτὴ πρέπει νὰ
γίνεται μὲ καθημερινὴ νουθεσία καὶ βίωση τῶν ἀληθειῶν τῆς πίστεως. Σὲ
ἄλλο σημεῖο τῶν διδαχῶν του χρησιμοποιεῖ τὸ παράδειγμα τῆς μηλιᾶς γιὰ νὰ
δείξει ὅτι ἀπὸ τοὺς γονεῖς ἐξαρτᾶται τί ἄνθρωπος θὰ γίνει τὸ παιδί.
Συγκινητικὸ εἶναι τὸ ἐνδιαφέρον του γιὰ
τὰ φτωχὰ καὶ δυστυχισμένα παιδιά. Προτρέπει τοὺς χριστιανοὺς νὰ τὰ
ἀγαποῦν σὰν δικά τους παιδιά. Παράλληλα συνιστᾶ τὴν υἱοθεσία ὡς ἔκφραση
χριστιανικῆς ἀγάπης στὰ φτωχὰ καὶ ὀρφανὰ παιδιά. «Ἔπαρε ἕνα φτωχὸ παιδὶ
καὶ κάμε τὸ πνευματικόν σου παιδὶ νὰ χαίρεσαι καὶ νὰ εὐφραίνεσαι καὶ
ἐσύ, νὰ χαίρεται καὶ ἐκεῖνο... διὰ ἐκεῖνο τὸ φτωχὸ παιδὶ ἔχεις χίλιες
φορὲς μισθὸν ἀπὸ τὸν Θεὸν εἰς τὴν ψυχήν σου καὶ τιμὴν ἀπὸ τοὺς
ἀνθρώπους, διατὶ τὸ κάμνεις μὲ τὸ θέλημά σου πνευματικὸν παιδί...».
Μὲ ὅσα ἀντιπροσωπευτικὰ γράφτηκαν
βγαίνει ἀβίαστα τὸ συμπέρασμα ὅτι οἱ διδαχὲς τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ μποροῦν
ἄριστα νὰ ἀποτελέσουν τὴ βάση μίας ὀρθόδοξης κοινωνιολογίας, ἀφοῦ
ἐκφράζουν τὴν αὐθεντικὴ ἁγιοπατερικὴ ἀντίληψη τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ἅγιος
Κοσμᾶς μὲ τὶς διδαχὲς καὶ τὸ παράδειγμά του μᾶς δείχνει τὸ δρόμο τῆς
σωστῆς κοινωνικοποιήσεως, ποὺ στηρίζεται στὴ χριστοποίηση καὶ
ἐκκλησιοποίηση τοῦ κόσμου. Πρόκειται γιὰ ἕνα ὅραμα ὄχι μονάχα
μεταφυσικό, ἀλλὰ καὶ ἐνδοκοσμικό, ἀφοῦ ἡ ζωὴ τῆς αἰωνιότητας περνάει ἀπὸ
τὴν χριστοποίηση τῶν θεσμῶν καὶ τῶν δομῶν τοῦ παρόντος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου