Σάββατο 3 Φεβρουαρίου 2018

Κυριακή του Ασώτου: Απόστολος και Ευαγγέλιο

Αποστολικό ανάγνωσμα Κυριακής του Ασώτου

Αποτέλεσμα εικόνας για προσωποληψία

 

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Ϛ´ 12 - 20



12 Πντα μοι ξεστιν, λλο πντα συμφρει· πντα μοι ξεστιν, λλοκ γ ξουσιασθσομαι π τινος. 13 τ βρματα τ κοιλίᾳ, κα κοιλα τος βρμασιν· δ Θες κα τατην κα τατα καταργσει. τ δ σμα ο τ πορνείᾳ, λλ τ Κυρίῳ, κα Κριος τ σματι· 14 δ Θες κα τν Κριον γειρε κα μς ξεγερε δι τς δυνμεως ατο. 15 οκ οδατε τι τ σματα μν μλη Χριστο στιν; ρας ον τ μλη το Χριστο ποισω πρνης μλη; μ γνοιτο. 16 οκ οδατε τι κολλμενος τ πρν ν σμ στιν; σονται γρ, φησν, ο δο ες σρκα μαν· 17 δ κολλμενος τ Κυρίῳ ν πνεμ στι. 18 φεγετε τν πορνεαν. πν μρτημα ἐὰν ποισ νθρωπος κτς το σματς στιν, δ πορνεων ες τ διον σμα μαρτνει.19 οκ οδατε τι τ σμα μν νας το ν μν γου Πνεματς στιν, ο χετε π Θεο, κα οκ στ αυτν; 20 γορσθητε γρ τιμς· δοξσατε δ τν Θεν ν τ σματι μν κα ν τ πνεματι μν τιν στι το Θεο. 

  



Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα 


12 Ολα μου επιτρέπεται να τα κάμω, όπως π.χ. να τρώγω και να πίνω χωρίς διακρίσεις, αλλά δεν είναι συμφέρον να πράττω όλα. Ολα μου επιτρέπονται, αλλ' εγώ δεν θα εξουσιασθώ και δεν θα υποδουλωθώ εις τίποτε. 13 Τα φαγητά είναι δια την κοιλίαν και η κοιλία δια τα φαγητά. Ο δε Θεός θα καταργήση και αυτά και εκείνην εις την μέλλουσαν ανάστασιν των σωμάτων. Δεν είναι η τροφή, που μας κάνει αμαρτωλούς ενώπιον του Θεού. Αυτό όμως δεν ισχύει προκειμένου περί της ηθικής καθαρότητος, διότι το σώμα δεν έχει γίνει δια την πορνείαν και τας σαρκικάς επιθυμίας, αλλά δια τον Κυριον, που είναι κεφαλή του πνευματικού σώματος της Εκκλησίας· και ο Κυριος είναι δια το σώμα, δια να κατοική εις αυτό και το αγιάζη. 14 Αφού δε ο Θεός και τον Κυριον ανέστησεν εκ νεκρών, και ημάς όλους, που αποθνήσκομεν και το σώμα μας διαλύεται, θα μας αναστήση εκ νεκρών με την παντοδυναμίαν του. 15 Δεν γνωρίζετε ότι τα σώματά σας είναι μέλη του Χριστού, (ο οποίος είναι κεφαλή του σώματος της Εκκλησίας); Να αποτραβήξω, λοιπόν, και να πάρω τα μέλη του Χριστού και να τα κάνω μέλη πόρνης; Μη γένοιτο. 16 Η δεν γνωρίζετε, ότι εκείνος ο οποίος προσκολλάται και ενώνεται με την πόρνην είναι ένα σώμα με αυτήν; Διότι αυτό λέγει η Γραφή· “θα γίνουν, λέγει, οι δύο, άνδρας και γυναίκα, μια σάρκα, εν σώμα”. 17 Εκείνος όμως που προσκολλάται και ενώνεται με τον Κυριον, γίνεται κατά μυστηριώδη τρόπον ένα πνεύμα με αυτόν, γεμίζει ολόκληρος και αγιάζεται από αυτόν. 18 Αποφεύγετε πάντοτε με όλην σας την δύναμιν τον μολυσμόν της πορνείας. Καθε άλλο αμάρτημα, που ήθελε πράξει ο άνθρωπος, είναι αμάρτημα που διαπράττεται έξω από το σώμα και δεν το βλάπτει αμέσως και κατ' ευθείαν τόσον πολύ. Ενώ εκείνος που πορνεύει, αμαρτάνει εναντίον αυτού τούτου του σώματος, το οποίον και μολύνει και βλάπτει κατά τρόπον άμεσον και ταχύν. 19 Η δεν γνωρίζετε ότι το σώμα σας είναι ναός του Αγίου Πνεύματος, που κατοικεί μέσα σας, και το έχετε λάβει από τον Θεόν και άρα δεν ανήκετε στον εαυτόν σας; 20 Διότι έχετε εξαγορασθή με πολύτιμον τίμημα, δηλαδή με το ανεκτίμητον αίμα του Χριστού. Αποφεύγετε, λοιπόν, κάθε σαρκικήν εκτροπήν, που μολύνει το σώμα, και δοξάσατε τον Θεόν με όλην σας την προσωπικότητα, με το σώμα σας και με το πνεύμα σας, τα οποία είναι του Θεού.



Ευαγγελική περικοπή Κυριακής του Ασώτου



Σχετική εικόνα



ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΕ´ 11 - 32





11 Επε δ· νθρωπς τις εχε δο υος. 12 κα επεν νετερος ατν τ πατρ· πτερ, δς μοι τ πιβλλον μρος τς οσας. κα διελεν ατος τν βον. 13 κα μετ’ ο πολλς μρας συναγαγν παντα νετερος υἱὸς πεδμησεν ες χραν μακρν, κα κε διεσκρπισεν τν οσαν ατο ζν στως. 14 δαπανσαντος δ ατο πντα γνετο λιμς σχυρ κατ τν χραν κενην, κα ατς ρξατο στερεσθαι. 15 κα πορευθες κολλθη ν τν πολιτν τς χρας κενης, κα πεμψεν ατν ες τος γρος ατο βσκειν χορους· 16 κα πεθμει γεμσαι τν κοιλαν ατο π τν κερατων ν σθιον ο χοροι, κα οδες δδου ατ. 17 ες αυτν δ λθν επε· πσοι μσθιοι το πατρς μου περισσεουσιν ρτων, γ δ λιμ δε πλλυμαι! 18 ναστς πορεσομαι πρς τν πατρα μου κα ρ ατ· πτερ, μαρτον ες τν ορανν κα νπιν σου· 19 οκτι εμ ξιος κληθναι υἱός σου· ποησν με ς να τν μισθων σου. 20 κα ναστς λθε πρς τν πατρα αυτο. τι δ ατο μακρν πχοντος εδεν ατν πατρ ατο κα σπλαγχνσθη, κα δραμν ππεσεν π τν τρχηλον ατο κα κατεφλησεν ατν. 21επε δ ατ υἱὸς· πτερ, μαρτον ες τν ορανν κα νπιν σου, κα οκτι εμ ξιος κληθναι υἱός σου. 22 επε δ πατρ πρς τος δολους ατο· ξενγκατε τν στολν τν πρτην κα νδσατε ατν, κα δτε δακτλιον ες τν χερα ατο κα ποδματα ες τος πδας, 23 κα νγκαντες τν μσχον τν σιτευτν θσατε, κα φαγντες εφρανθμεν, 24 τι οτος υἱός μου νεκρς ν κα νζησεν, κα πολωλς ν κα ερθη. κα ρξαντο εφρανεσθαι. 25 ν δ υἱὸς ατο πρεσβτερος ν γρ· κα ς ρχμενος γγισε τ οκίᾳ, κουσε συμφωνας κα χορν, 26 κα προσκαλεσμενος να τν παδων πυνθνετο τ εη τατα. 27 δ επεν ατ τι δελφς σου κει, κα θυσεν πατρ σου τν μσχον τν σιτευτν, τι γιανοντα ατν πλαβεν. 28 ργσθη δ κα οκ θελεν εσελθεν. ον πατρ ατο ξελθν παρεκλει ατν. 29 δ ποκριθες επε τ πατρ· δο τοσατα τη δουλεω σοι κα οδποτε ντολν σου παρλθον, κα μο οδποτε δωκας ριφον να μετ τν φλων μου εφρανθ· 30 τε δ υἱός σου οτος, καταφαγν σου τν βον μετ πορνν, λθεν, θυσας ατ τν μσχον τν σιτευτν. 31 δ επεν ατ· τκνον, σ πντοτε μετ’ μο ε, κα πντα τ μ σ στιν· 32 εφρανθναι δ κα χαρναι δει, τι δελφς σου οτος νεκρς ν κα νζησε, κα πολωλς ν κα ερθη. 



Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα




11 Είπε δε ακόμη και την εξής παραβολήν· “ένας άνθρωπος είχε δύο υιούς. 12 Και είπε ο νεώτερος από αυτούς στον πατέρα· πατέρα, δος μου το μερίδιο της περιουσίας που μου ανήκει. Και ο πατέρας εμοίρασε εις αυτούς την περιουσίαν του. 13 Και ύστερα από ολίγας ημέρας ο νεώτερος υιός εμάζευσεν όλα ανεξαιρέτως όσα του είχε δώσει ο πατέρας και εταξίδεψε εις μακρυνήν χώραν. Και εκεί εσπατάλησε την περιουσίαν του ζων ένα βίον άσωτον, παραλυμένον και ασυλλόγιστον. 14 Οταν δε εξώδευσε όλα όσα είχε, έπεσε μεγάλη πείνα εις την χώραν εκείνην και αυτός ήρχισε να στερήται και να πεινά. 15 Και από την πείναν πλέον ζαλισμένος επήγε και προσκολλήθηκε σαν δούλος εις ένα από τους κατοίκους της χώρας εκείνης. Και αυτός τον έστειλε εις τα χωράφια του, να βόσκη χοίρους. 16 Και επιθυμούσε να γεμίση την κοιλίαν του από τα ξυλοκέρατα, που έτρωγαν οι χοίροι, αλλά κανείς δεν του έδιδε, διότι οι υπηρέται τα προώριζαν δια τους χοίρους. 17 Καποιαν όμως ημέραν συνήλθεν από την ζάλην και το κατάντημα της αμαρτωλής ζωής του και είπε· Ποσοι μισθωτοί του πατέρα μου έχουν με το παραπάνω ψωμιά και φαγητά, εγώ δε χάνομαι από την πείναν; 18 Και αμέσως επήρε την απόφασιν της επιστροφής και είπε· Θα σηκωθώ, θα υπάγω προς τον πατέρα μου και θα του πω· πατέρα μου, ημάρτησα στον ουρανόν εμπρός στον Θεόν και τους αγγέλους του· ημάρτησα και ενώπιόν σου, διότι περιφρόνησα την πατρικήν σου αγάπην και δεν ελογάριασα την λύπην, που θα σου προξενούσα με την φυγήν μου. 19Δεν είμαι πλέον άξιος να ονομασθώ υιός σου και να φέρω το τιμημένο όνομά σου· κάμε με σαν ένα από τους υπηρέτας σου. 20 Και έθεσε εις εφαρμογήν την καλήν του απόφασιν. Εσηκώθη και ήλθε προς τον πατέρα του. Ενώ δε ακόμη ευρίσκετο εις μακρυνήν απόστασιν, ο πατέρας του, που από καιρόν τώρα τον επερίμενε και παρατηρούσε πάντοτε με λαχτάρα στον δρόμον, τον είδε και τον εσπλαγχνίσθη, έτρεξε εις προϋπάντησίν του, έπεσε με στοργήν απέραντον στον τράχηλον του παιδιού του, το αγκαλιασε και το εγέμισε φιλήματα. 21 Συντετριμμένος ο υιός από την απέραντον αυτήν στοργήν είπε στον πατέρα του· Πατέρα, ημάρτησα στον ουρανόν και ενώπιόν σου και δεν είμαι άξιος να ονομασθώ υιός σου. 22 Ο δε πατέρας τον διέκοψε, εστράφη προς τους δούλους, που είχαν μαζευθή εκεί, και είπε· Βγάλτε την πιο καλή φορεσιά και ενδύσατέ τον, και δώστε του το δακτυλίδι εις τα χέρια, σαν αυτό που φορούν οι ελεύθεροι και οι κύριοι. Δώστε του υποδήματα εις τα πόδια, δια να μη περπατή ξυπόλητος όπως οι δούλοι. 23 Και φέρτε το θρεφτό μοσχάρι, σφάξτε το και ετοιμάστε το πιο πλούσιο τραπέζι, δια να πανηγυρίσωμε το εξαιρετικά χαρμόσυνο αυτό γεγονός. Και αφού φάμε, ας ευφρανθούμε όλοι. 24 Διότι ο υιός μου αυτός ήτο νεκρός και αναστήθηκε, χαμένος ήτο και ευρέθηκε. Και ήρχισαν να ευφραίνωνται. (Αγγελοι και δίκαιοι καλούνται από τον Θεόν να χαρούν και να ευφρανθούν, όταν ένας αμαρτωλός, που εγκατέλειψε τον Θεόν και εσπατάλησε τα θεία δώρα εις την αμαρτίαν και εβυθίσθη στον εξευτελισμόν και την κοινήν περιφρόνησιν, μετανοήση ειλικρινώς, επανέλθη προς τον Πατέρα και ξαναπάρη την υιοθεσίαν και την πρώτην του θέσιν). 25 Αλλά ο μεγαλύτερος υιός ευρίσκετο στο χωράφι και καθώς την ώραν που ήρχετο επλησίασε στο σπίτι, ήκουσε μουσικά όργανα και τραγούδια και χορούς. 26 Και αφού εκάλεσε ένα από τους υπηρέτας, τον ηρώτησε τι άραγε είναι αυτά που γίνονται. 27 Εκείνος δε του είπε ότι· Ηλθε ο αδελφός σου και ο πατέρας σου έσφαξε το θρεπτό μοσχάρι, διότι με μεγάλην χαράν τον είδε και τον υπεδέχθη υγιή. 28 Εθύμωσε δε αυτός και δεν ήθελε να εισέλθη στο σπίτι και να παρακαθίση στο χαρμόσυνο τραπέζι. Οταν ο πατέρας επληροφορήθη αυτό, εβγήκε έξω προς τον μεγαλύτερον υιόν και με στοργήν πολλήν τον παρακαλούσε. 29 Εκείνος όμως πικραμένος απεκρίθη με δυσφορίαν μεγάλην και του είπε· Ιδού τόσα χρόνια σε υπηρετώ και ποτέ δεν κατεπάτησα την εντολή σου. Και όμως εις εμέ δεν έδωσές ποτέ ένα κατσίκι, δια να εφρανθώ με τους φίλους μου. 30Οταν δε ήλθε το παιδί σου αυτό, που κατέφαγε το βιο σου με πόρνας, έσφαξες προς χάριν του το θρεπτό μοσχάρι. 31 Είπε δε εις αυτόν ο πατέρας· Παιδί μου, συ πάντοτε είσαι μαζή μου και όλα τα υπάρχοντά μου είναι δικά σου και ποτέ από τίποτε δεν σε εστέρησα. 32 Επρεπε δε και συ να ευρανθής και να χαρής, διότι ο αδελφός σου αυτός ήτο νεκρός και αναστήθηκε, χαμένος και ξαναβρέθηκε”. (Αγανακτούσαν οι υψηλόφρονες Φαρισαίοι, όταν έβλεπαν τον Κυριον να δέχεται με στοργήν τους μετανοούντας αμαρτωλούς και να τους ανακηρύσση πολίτας της βασιλείας του. Εγωπαθείς και ιδιοτελείς, καθώς ήσαν οι Φαρισαίοι και οι όμοιοι με αυτούς, τυπικώς μόνον και εξωτερικώς τιμώντες τον Θεόν, απεξένωσαν τον ευατόν των από την αγάπην του Θεού και από την χαρμόσυνον επικοινωνίαν με τους πολίτας της βασιλείας των ουρανών).

ΠΗΓΗ

Το είδαμε στο ιστολόγιο "Ελληνική Ναυς"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου