|
-
-
Άνηκε στο χορό των 70 αποστόλων και ακολούθησε σε μερικές περιοδείες τον
απόστολο Παύλο. Εκτιμώντας δε αυτός τη διδακτική ικανότητα του
Αριστόβουλου, καθώς και τα διοικητικά του χαρίσματα που συνοδεύονταν με
γνήσιο ζήλο για την πίστη, τον έκανε επίσκοπο της Βρετανίας, «της νυν
Εγκλιτέρας, Σκωτίας και Ιβερνίας». Οι τότε κάτοικοι της, ήταν εντελώς
απολίτιστοι και βάρβαροι, προσκολλημένοι τυφλά στις χυδαίες και ανόητες
δεισιδαιμονίες τους. Γι΄ αυτό, το έργο του Αριστόβουλου, συνάντησε
μεγάλη αντίσταση. Πολλές φορές κινδύνευσε η ζωή του, υπέφερε δε αμέτρητα
βάσανα και θλίψεις. Αλλά η θεία χάρη, δεν άφησε χωρίς αποτέλεσμα τις
προσπάθειες του. Αρκετοί από τους κατοίκους πίστεψαν στο Χριστό, και στα
άγρια εκείνα μέρη ιδρύθηκε χριστιανική Εκκλησία. Αυτή καλλιεργώντας με
άγρυπνη επιμέλεια και επεκτείνοντας με ακούραστη φιλοπονία πέθανε ο
άγιος Αριστόβουλος, σ' όλα αντάξιος του αδελφού του και Αποστόλου επίσης
Βαρνάβα.
-
παντρεύτηκε και απόκτησε έξι παιδιά. Επειδή όμως η σύζυγος του πρόδωσε
την συζυγική της τιμή, μετακόμισε αυτός με τα έξι παιδιά του σε άλλο
σπίτι χωρίς να τη διαπομπεύσει. Αλλ' ο αδελφός της άπιστης συζύγου του,
που υπηρετούσε στον Τούρκικο στόλο, κατάγγειλε τον Μανουήλ στον Τούρκο
πλοίαρχο ότι, ενώ είχε γίνει μουσουλμάνος επανήλθε στη χριστιανική
θρησκεία.
Όταν συνελήφθη από τον Τούρκο πλοίαρχο, ο Μανουήλ με
θάρρος ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό. Μετά από πολλά βασανιστήρια,
παραδόθηκε στον Τούρκο Ναύαρχο Κουτζούκ, που βρισκόταν στη Χίο. Αυτός
τον ανέκρινε και εξέδωσε θανατική απόφαση. Οπότε οι υπηρέτες του
Ναυάρχου, πήραν τον Μανουήλ και τον οδήγησαν στον τόπο της εκτέλεσης,
που ονομαζόταν Παλαιά Βρύση. Και ενώ ο μάρτυρας έσκυψε το κεφάλι του, ο
δήμιος, που είχε ορισθεί να τον εκτελέσει, δείλιασε, πέταξε το σπαθί και
απομακρύνθηκε. Τότε άρπαξε το σπαθί κάποιος υπαξιωματικός, ο οποίος
αφού δεν μπόρεσε μετά από πολλά κτυπήματα στο λαιμό του μάρτυρα να τον
αποκεφαλίσει, τον έριξε κάτω και τον έσφαξε με τον πιο φρικτό τρόπο σαν
πρόβατο.
-
-
-
Ασκήθηκε
στη σκήτη Κολιτσού, που βρίσκεται στα όρια της μονής Βατοπεδίου.
Αιχμαλωτίστηκε από θαλασσινούς πειρατές, που τον πούλησαν ως δούλο σε
κάποιον Αγαρηνό. Επί δωδεκαετία υπηρέτησε αγόγγυστα τον αφέντη του, παρά
τη σκληρότητά του. απελευθερώθηκε θαυματουργικά από την Έφορο του Αγίου
Όρους, τη Θεοτόκο, μία ημέρα καθώς ήταν αλυσοδεμένος σε φυλακή, και
επέστρεψε στον ενάρετο Γέροντά του, στο Κελλί της Αγίας Τριάδος. Αυτός
όμως τον ήλεγξε, γιατί έφυγε κρυφά από τον κύριό του και τον πρόσταξε να
επιστρέψει πάλι σ’ εκείνον. Ο Αγάπιος πέτυχε με την καλή του πολιτεία
να πείσει τον Αγαρηνό αφέντη του να πάρει και τα δύο του παιδιά στο
Άγιον Όρος, να τους βαπτίσει και να τους κείρει μοναχούς και να έχουν
όλοι οσιακό τέλος μετά του Γέροντός του.
-
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου